Με την κατάρρευση του δικτατορίστικου ιδεαλισμού που ακολούθησε το θάνατο του Franco (1975), η εκτόνωση της ισπανικής επαναστατικής νεολαίας αποπροσανατολίστηκε. Κινήματα όπως το La Movida, αποδυναμώθηκαν και οι νέοι που αγνοούσαν τους κανόνες και ζούσαν για τη διασκέδαση με το ελεύθερο σεξ και τις ουσίες, ξαφνικά άρχισαν να αναζητούν νέες κατευθύνσεις, με τους περισσότερους να καταλήγουν δέσμιοι των πιο επικίνδυνων ναρκωτικών που άρχισαν να κάνουν τότε την εμφάνισή τους.
Οι καλλιτεχνικές ομάδες, άρχισαν να ενσωματώνουν αυτές τις εξελίξεις στο έργο τους, απεικονίζοντας τους κομματιασμένους δρόμους που κατέληγαν στην ίδια παρακμή...τη δυναμικά εκούσια εξόντωση της νεολαίας. Στο πλαίσιο αυτό ο ίδιος ο Almodóvar, αποφασίζει να στραφεί στον κινηματογράφο που ακούγεται όχι επειδή κάνει απλώς θόρυβο, αλλά επειδή έχει κάτι να πει! Με πηγή έμπνευσης τον συμπατριώτη του και δημιουργό Luis García Berlanga που έζησε ολοκληρωμένα τη δικτατορία του Franco, και δε δίσταζε να τη σατιρίζει και να ξεφεύγει επιδέξια από τη λογοκρισία με κρυμμένες και διφορούμενες νύξεις, καθώς και επιρροή από τις μείξεις του φανταστικού με το πραγματικό που καθιέρωσε ο μεγάλος Ιταλός σκηνοθέτης Federico Fellini, αποφασίζει να γυρίσει μια σκανδαλώδη ταινία που θα είχε για πρώτη φορά την υποστήριξη από μια επίσημη ομάδα παραγωγής.
Η αρχή έγινε με την Tesauro στην οποία θα γύριζε δύο συνολικά ταινίες, πριν ιδρύσει τη δική του εταιρεία παραγωγής μαζί με τον αδελφό του Agustín.
Entre Tinieblas (1983)
Με ένα εκκεντρικό μοναστήρι στο προσκήνιο, και τα απομεινάρια της πανκ επανάστασης μαζί με την διαλυμένη ισπανική κοινωνία στο παρασκήνιο, κλείνει στον ίδιο χώρο συμβολικά πρόσωπα θρησκευτικής (και πολιτικής) εξουσίας και τα ανακατεύει με στερεοτυπημένα κοινωνικές αμαρτωλές μορφές, για να αναδείξει τις ομοιότητές τους μέχρι την τελική αποστομωτική ταύτισή τους. Σατιρίζοντας την πίστη δια της απουσίας της, παρουσία μιας ανθρώπινης αφελούς εμπιστοσύνης προς καθετί (φαινομενικά) ισχυρότερο, παρουσιάζεται ένα αναδρομικό παιχνίδι εκμετάλλευσης, που εξηγεί συμβολικά τον τρόπο με τον οποίο πέθαναν τα ιδανικά κάθε κοινωνικού κινήματος, στο όνομα της ατομικής παρασιτικής επιβίωσης. Ο έρωτας σαν καταδίκη παρά σαν ευλογία, κυριαρχεί ως βασική κινητήριος δύναμη, και το εν αγνοία καλό πηγάζει αντιφατικά, στα προσφιλή για τον Almodóvar λημέρια της επαναστατικά καταδικασμένης γενιάς του που πλήρωσε εντονότερα το τίμημα της δικτατορικής κατάρρευσης.
Η ταινία συγκεντρώνει στο καστ της τις σημαντικότερες εμβληματικές γυναίκες του σκηνοθέτη, με την τρίτη και τελευταία συνεργασία του με την Cristina Pascual στον πιο αβανταδόρικο ρόλο της καριέρας της, με την πρώτη (από τις συνολικά 6) εμφάνιση της εκκεντρικής (γιαγιάς!) Chus Lampreave καθώς και της αριστοκρατικά κινηματογραφικής Marisa Paredes, και την τρίτη από τις συνολικά 8 συνεργασίες με την υπέρτατη μούσα του Carmen Maura. Μαζί τους ξεκίνησε και η γενικότερη ενασχόληση του Pedro με τη γυναίκα σαν σύμβολο των πάντων, και η διερεύνηση στον γυναικείο ψυχισμό ντυμένο με κάθε ανθρώπινη έκφανση. Ο ίδιος βέβαια έχει επανειλημμένως εκφράσει τη δυσαρέσκεια του, για τις υποχωρήσεις που αναγκάστηκε να κάνει στη συγκεκριμένη ταινία, προκειμένου να πάρει την έγκριση κυκλοφορίας. Χρειάστηκαν πάνω από 15 χρόνια και η διεθνής αναγνώριση, για να κυκλοφορήσει το 20λεπτο των κομμένων ή τροποποιημένων σκηνών της αρχικής κόπιας.
¿Qué he hecho yo para merecer esto! (1984)
Η ταινία αυτή έχει πολλούς λόγους για να ξεχωρίζει στη γεμάτη φιλμογραφία του μεγάλου Ισπανού δημιουργού. Καλλιτεχνικά πρόκειται για μια άρτια μαύρη κωμωδία που οργανώνεται πάνω σε εξερευνητικούς άξονες που έχουν να κάνουν με κάθε είδους εξάρτηση. Φυσικά ξεκινώντας από τα ναρκωτικά σε ένα γενικότερο υπερκαταναλωτικό πλαίσιο, που προσγειώνει την εξάρτηση σε επίπεδα νοικοκυριού, φτάνει μέχρι την ανθρώπινη εξάρτηση στους τύπους και στα στερεότυπα που προστατεύουν τις ισχυρές κοινωνικές ισορροπίες. Βέβαια από το θέμα αυτό δεν θα μπορούσε να παραληφθεί το στερητικό σύνδρομο που έρχεται περισσότερο σαν επιτακτική ανάγκη παρά σαν απόφαση. Σεναριακά καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πιστό κοινωνικό αποτύπωμα της εποχής μέσα από ευφάνταστα διασκεδαστικές προσωποποιήσεις ρόλων του άνδρα και της γυναίκας, σε ένα ηλικιακό φάσμα που δεν αφήνει απ' έξω καμία γενιά. Με περισσότερη εμπειρία στη γραφή πλέον ο Almodóvar επανέρχεται στο μοτίβο των εντυπωσιακών "δεύτερων" χαρακτήρων, που αυτή τη φορά μένουν ευδιάκριτοι σε ένα περισσότερο διακοσμητικό αλλά εξίσου σημαντικό και διασκεδαστικό ρόλο. Τα σκηνοθετικά του σημάδια αρχίζουν να παγιώνονται την ίδια στιγμή που το μεταφυσικό και η τραβηγμένη πραγματικότητα τον συνδέει δεξιοτεχνικά με τον Rainer Werner Fassbinder και το γενικότερο κινηματογραφικό ρεύμα του ιταλικού νεορεαλισμού. Στη βάση αυτή, καταλήγει σε μια συμβολική επιστροφή στη λύτρωση που βρίσκει ο καθένας μέσα από την ελπίδα μιας νέας αρχής - μια ιδέα που θα κλείσει τον κύκλο της δύο δεκαετίες αργότερα με το Volver. Με το ¿Qué he hecho yo... έρχεται και η πρώτη συνεργασία του με τον Alberto Iglesias που γίνεται στο εξής σχεδόν μόνιμος συνεργάτης του.
Όλα αυτά τα στοιχεία έθεσαν τις βάσεις για την πρώτη σημαντική αναγνώριση του Almodóvar με την ταινία να απολαμβάνει διεθνή κυκλοφορία, να λαμβάνει εξαιρετικές κριτικές σε Ευρώπη και Αμερική και να θεωρείται μέχρι και σήμερα μία εκ των 5 πιο χαρακτηριστικών και σημαντικών ταινιών του.
Στο επόμενο: Viva Pedro Special - Μέρος 4ο - Η κλασσική εποχή
Οι καλλιτεχνικές ομάδες, άρχισαν να ενσωματώνουν αυτές τις εξελίξεις στο έργο τους, απεικονίζοντας τους κομματιασμένους δρόμους που κατέληγαν στην ίδια παρακμή...τη δυναμικά εκούσια εξόντωση της νεολαίας. Στο πλαίσιο αυτό ο ίδιος ο Almodóvar, αποφασίζει να στραφεί στον κινηματογράφο που ακούγεται όχι επειδή κάνει απλώς θόρυβο, αλλά επειδή έχει κάτι να πει! Με πηγή έμπνευσης τον συμπατριώτη του και δημιουργό Luis García Berlanga που έζησε ολοκληρωμένα τη δικτατορία του Franco, και δε δίσταζε να τη σατιρίζει και να ξεφεύγει επιδέξια από τη λογοκρισία με κρυμμένες και διφορούμενες νύξεις, καθώς και επιρροή από τις μείξεις του φανταστικού με το πραγματικό που καθιέρωσε ο μεγάλος Ιταλός σκηνοθέτης Federico Fellini, αποφασίζει να γυρίσει μια σκανδαλώδη ταινία που θα είχε για πρώτη φορά την υποστήριξη από μια επίσημη ομάδα παραγωγής.
Η αρχή έγινε με την Tesauro στην οποία θα γύριζε δύο συνολικά ταινίες, πριν ιδρύσει τη δική του εταιρεία παραγωγής μαζί με τον αδελφό του Agustín.
Entre Tinieblas (1983)
Με ένα εκκεντρικό μοναστήρι στο προσκήνιο, και τα απομεινάρια της πανκ επανάστασης μαζί με την διαλυμένη ισπανική κοινωνία στο παρασκήνιο, κλείνει στον ίδιο χώρο συμβολικά πρόσωπα θρησκευτικής (και πολιτικής) εξουσίας και τα ανακατεύει με στερεοτυπημένα κοινωνικές αμαρτωλές μορφές, για να αναδείξει τις ομοιότητές τους μέχρι την τελική αποστομωτική ταύτισή τους. Σατιρίζοντας την πίστη δια της απουσίας της, παρουσία μιας ανθρώπινης αφελούς εμπιστοσύνης προς καθετί (φαινομενικά) ισχυρότερο, παρουσιάζεται ένα αναδρομικό παιχνίδι εκμετάλλευσης, που εξηγεί συμβολικά τον τρόπο με τον οποίο πέθαναν τα ιδανικά κάθε κοινωνικού κινήματος, στο όνομα της ατομικής παρασιτικής επιβίωσης. Ο έρωτας σαν καταδίκη παρά σαν ευλογία, κυριαρχεί ως βασική κινητήριος δύναμη, και το εν αγνοία καλό πηγάζει αντιφατικά, στα προσφιλή για τον Almodóvar λημέρια της επαναστατικά καταδικασμένης γενιάς του που πλήρωσε εντονότερα το τίμημα της δικτατορικής κατάρρευσης.
Η ταινία συγκεντρώνει στο καστ της τις σημαντικότερες εμβληματικές γυναίκες του σκηνοθέτη, με την τρίτη και τελευταία συνεργασία του με την Cristina Pascual στον πιο αβανταδόρικο ρόλο της καριέρας της, με την πρώτη (από τις συνολικά 6) εμφάνιση της εκκεντρικής (γιαγιάς!) Chus Lampreave καθώς και της αριστοκρατικά κινηματογραφικής Marisa Paredes, και την τρίτη από τις συνολικά 8 συνεργασίες με την υπέρτατη μούσα του Carmen Maura. Μαζί τους ξεκίνησε και η γενικότερη ενασχόληση του Pedro με τη γυναίκα σαν σύμβολο των πάντων, και η διερεύνηση στον γυναικείο ψυχισμό ντυμένο με κάθε ανθρώπινη έκφανση. Ο ίδιος βέβαια έχει επανειλημμένως εκφράσει τη δυσαρέσκεια του, για τις υποχωρήσεις που αναγκάστηκε να κάνει στη συγκεκριμένη ταινία, προκειμένου να πάρει την έγκριση κυκλοφορίας. Χρειάστηκαν πάνω από 15 χρόνια και η διεθνής αναγνώριση, για να κυκλοφορήσει το 20λεπτο των κομμένων ή τροποποιημένων σκηνών της αρχικής κόπιας.
¿Qué he hecho yo para merecer esto! (1984)
Η ταινία αυτή έχει πολλούς λόγους για να ξεχωρίζει στη γεμάτη φιλμογραφία του μεγάλου Ισπανού δημιουργού. Καλλιτεχνικά πρόκειται για μια άρτια μαύρη κωμωδία που οργανώνεται πάνω σε εξερευνητικούς άξονες που έχουν να κάνουν με κάθε είδους εξάρτηση. Φυσικά ξεκινώντας από τα ναρκωτικά σε ένα γενικότερο υπερκαταναλωτικό πλαίσιο, που προσγειώνει την εξάρτηση σε επίπεδα νοικοκυριού, φτάνει μέχρι την ανθρώπινη εξάρτηση στους τύπους και στα στερεότυπα που προστατεύουν τις ισχυρές κοινωνικές ισορροπίες. Βέβαια από το θέμα αυτό δεν θα μπορούσε να παραληφθεί το στερητικό σύνδρομο που έρχεται περισσότερο σαν επιτακτική ανάγκη παρά σαν απόφαση. Σεναριακά καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πιστό κοινωνικό αποτύπωμα της εποχής μέσα από ευφάνταστα διασκεδαστικές προσωποποιήσεις ρόλων του άνδρα και της γυναίκας, σε ένα ηλικιακό φάσμα που δεν αφήνει απ' έξω καμία γενιά. Με περισσότερη εμπειρία στη γραφή πλέον ο Almodóvar επανέρχεται στο μοτίβο των εντυπωσιακών "δεύτερων" χαρακτήρων, που αυτή τη φορά μένουν ευδιάκριτοι σε ένα περισσότερο διακοσμητικό αλλά εξίσου σημαντικό και διασκεδαστικό ρόλο. Τα σκηνοθετικά του σημάδια αρχίζουν να παγιώνονται την ίδια στιγμή που το μεταφυσικό και η τραβηγμένη πραγματικότητα τον συνδέει δεξιοτεχνικά με τον Rainer Werner Fassbinder και το γενικότερο κινηματογραφικό ρεύμα του ιταλικού νεορεαλισμού. Στη βάση αυτή, καταλήγει σε μια συμβολική επιστροφή στη λύτρωση που βρίσκει ο καθένας μέσα από την ελπίδα μιας νέας αρχής - μια ιδέα που θα κλείσει τον κύκλο της δύο δεκαετίες αργότερα με το Volver. Με το ¿Qué he hecho yo... έρχεται και η πρώτη συνεργασία του με τον Alberto Iglesias που γίνεται στο εξής σχεδόν μόνιμος συνεργάτης του.
Όλα αυτά τα στοιχεία έθεσαν τις βάσεις για την πρώτη σημαντική αναγνώριση του Almodóvar με την ταινία να απολαμβάνει διεθνή κυκλοφορία, να λαμβάνει εξαιρετικές κριτικές σε Ευρώπη και Αμερική και να θεωρείται μέχρι και σήμερα μία εκ των 5 πιο χαρακτηριστικών και σημαντικών ταινιών του.
Στο επόμενο: Viva Pedro Special - Μέρος 4ο - Η κλασσική εποχή
No comments:
Post a Comment