Wednesday, January 30, 2008

The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford (2007)

Πόσο κοντά σε έναν άνθρωπο ζωντανό, θρύλο, μπορείς να σταθείς, χωρίς να μαγευτείς; Τι συμβαίνει αν σ'όλη σου τη ζωή κρατούσες ζωντανό το θρύλο ενός ανθρώπου, για να ανακαλύψεις ότι αυτός δεν υπάρχει; Σε τι χαρακτήρα κρύβεσαι, όταν το είδωλο σου παρουσιάζεται κούφιο;

Μια συμμορία, εγκλωβίζει το χώρο σε δυο διαστάσεις. Στο μικρόκοσμο της φήμης, ξετυλίγουν τις δυνάμεις τους, κλέβουν και λεηλατούν, κρύβουν την αληθινή τους ταυτότητα και χτίζουν μύθους, με τρύπια σεντόνια για μάσκες, που ανατριχιάζουν τους μεγάλους, και γίνονται κρεβατο-ιστορίες για μικρά παιδιά.

Όταν όλες οι μάσκες πέφτουν, ωστόσο, ένας άνθρωπος κρατά το πρόσωπο του σκοτεινό. Τα μάτια του σε διαπερνούν, και όσο θαρραλέος κι αν είσαι, η δύναμη της ματιάς σου δεν μπορεί να εισχωρήσει πίσω από αυτά. Ένας άνθρωπος που ξεπερνά τις δυο διαστάσεις και ζει σε μια τρίτη δική του, που υφίσταται σαν στρώμα πάνω από τον αληθινό κόσμο, και σκεπάζει με το διάφανο φόντο του, καθετί που βρίσκεται γύρω του.

Ένα στοιχείο που για να επεξεργαστείς, πρέπει να σταθείς ενεργός δίπλα του σε έναν κόσμο κλειδωμένο. Ακόμα όμως, κι όταν βρεις ένα άνοιγμα, η κυριαρχία του πάνω σου, δε σταματά. Ένα άγρυπνο μάτι, ένα ανήσυχο μυαλό, μια αέναη ανάσα, ένα αστραφτερό δάκρυ, μια απροσπέλαστη σκιά, διαρκώς σε μια ατέρμονη επανάληψη.

Ένας εγκλωβισμός με το φόβο να σε διώχνει μακριά και τη σκιά να σε τραβά ολοένα και πιο πολύ σ'αυτό, που πάντα θαύμαζες, σ’αυτό που πάντα φοβόσουν να γίνεις. Όταν η ταύτιση όμως, με το αντικείμενο του πόθου σου, γίνει ασήκωτο βάρος, τότε η μια πλευρά του κάδρου πρέπει να σπάσει. Η αυθεντική εικόνα ή το είδωλο, πρέπει να εξαφανίστει.

Πώς κοιτάς τον εαυτό σου στα μάτια, όταν το χέρι σου τον σημαδεύει με ένα όπλο; Πώς μπορείς να σκοτώσεις τον εαυτό σου, παραμένοντας αλώβητος; Πόσο θάρρος χρειάζεται για να μείνεις στην ιστορία δειλός; Πόση δειλία συγχωρεί η ιστορία με θάρρος;

ΥΓ1: Δε χωρά ανάλυση σε μια κριτική γι’αυτην την ταινία. Σημασιολογικά στέκεται άψογα, αλλά σαν να μην έφτανε αυτό, τεχνικά είναι αρτιότατη.160 λεπτά, γεμάτα με τόσο καλοστημένα και προσεγμένα κάδρα, ένα portfolio με πανδαισία από συναισθηματικά ποτισμένα ενσταντανέ και μια μουσική επένδυση, που σηματοδοτεί την έναρξη και τη λήξη των κεφαλαίων, σε ένα βιβλίο, που τα γεγονότα μπλέκουν με τη φαντασία, κι η ιστορία με τα συναισθήματα.

ΥΓ2: Ο αλαζονικά ταλαντούχος Brad Pitt παρουσιάζει έναν ιδανικό Jesse James, που κρύβεται στο φαίνεσθαι, αλλά αποκαλύπτει ολόκληρο τον κόσμο του στο alter ego του, ενώ η αυτοπεποίθηση της ερμηνείας του, αφήνεται στην σιγουριά της αυτοκαταστροφής, που οδηγεί στη λύτρωση. Η σύνδεση με την πραγματικότητα είναι τρομακτική.

ΥΓ3: O Casey Affleck είναι η αποκάλυψη της χρονιάς. Μακάρι να μην του στερηθουν άλλοι, τέτοιου είδους, ρόλοι.

Monday, January 28, 2008

Sleuth (2007)

Δεν πρόκειται να παραθέσω αναλυτικά κριτική γι’ αυτήν την ταινία μιας και νοιώθω ότι διαπραγματεύεται ακριβώς τα ίδια θέματα με την αυθεντική παλιότερη έκδοση μέσα στις άκρες. Θα αναφερθώ μόνο στις διαφορές και στις εντυπώσεις που μου άφησε το remake.

Το μεγαλύτερο σφάλμα που έχω να καταλογίσω στην νέα εκδοχή, είναι ότι πήρε την υπόθεση ενός θρίλερ που διαρκούσε 140 λεπτά περίπου και τα χώρεσε μέσα σε 85. Ως αποτέλεσμα, η υπόθεση στα πρώτα δύο τρίτα της ταινίας που είναι η βασική της πλοκή, τρέχει με τέτοιο τρόπο, που δεν μας αφήνει να μαγευτούμε από την ειδυλλιακά σκοτεινή ατμόσφαιρα που δημιουργεί, και να δεθούμε με τους δύο βασικούς χαρακτήρες ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τις κινήσεις τους.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι το τρίτο και τελευταίο μέρος της ταινίας, που είναι και το μοναδικό κομμάτι που ξεφεύγει τελείως από το παλιό, φαίνεται να χάνει αρκετά το νόημα του, και παγιδεύεται σε προσπάθειες να σταθεί μακριά από την στάμπα του remake, φτάνοντας σε σημείο να αμαυρώσει εν μέρει το αυθεντικό, με τους άσκοπους εκσυγχρονισμούς του. Ενοχλητικό μάλιστα γίνεται το γεγονός (σε συνδυασμό με τις ερμηνείες των δύο ηθοποιών), ότι σε μερικές σκηνές της ταινίας δημιουργείται και η εντύπωση της παρωδίας, που ρίχνει ακόμα περισσότερο τις εντυπώσεις της διασκευής.

Σε γενικές γραμμές βέβαια, για να το γυρίσω πλέον στα θετικά της, οι ερμηνείες είχαν και λαμπρές στιγμές να δώσουν, (ασχέτως αν άλλες στιγμές έπεφταν χαμηλά), κυρίως του Michael Caine, που δίνει έναν εντελώς καινούργιο αέρα στον ρόλο του, χωρίς να προσπαθεί να αντιγράψει άσκοπα τον ρόλο του Olivier στο αυθεντικό.

Το ίδιο λαμπρή ήταν και η μεταφορά μικρών λεπτομερειών της παλιάς, που έχουν όμως βαθύ νόημα για το στήσιμο της ταινίας, και αγγίζουν την ιδιοφυΐα στον τρόπο με τον οποίο εντάχθηκαν σκηνοθετικά στην καινούργια. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αποτελούν τα παιχνίδια-αυτόματα, το κάδρο με το πορτραίτο της γυναίκας των δύο, καθώς και οι εξαιρετικά πετυχημένες ατάκες που ανταλλάσσουν οι πρωταγωνιστές και συνδέονται άμεσα με μετεξελίξεις των παλιών διαλόγων.

Στα τεχνικά κομμάτια, ξεχωρίζει η κινηματογραφία (και χαίρομαι που πίσω της συναντάμε ένα ελληνικό όνομα, Haris Zambarloukos), που σε συνδυασμό με ένα πραγματικά εκπληκτικό soundtrack, δημιουργούν μια μοντέρνα-και-αψεγάδιαστα-στυλιστική-σκοτεινή-και- ψυχρή ατμόσφαιρα, που συνθέτει τον ιδανικό χώρο για να ξεδιπλωθεί η ιστορία.

Ειλικρινά δεν μπορώ να φανταστώ τις εντυπώσεις κάποιου που δεν έχει δει πρώτα την παλιά. Η συμβουλή μου είναι να τις δείτε με την σειρά που κυκλοφόρησαν, ώστε να μην σας χαλάσει το remake τα βασικά σημεία αιφνιδιασμού της αυθεντικής. Στην συνέχεια δείτε με ανοιχτό μυαλό την δεύτερη, χαθείτε στον κόσμο των νέων τεχνολογικών παιχνιδιών, μην διστάσετε να γελάσετε στις φάσεις που η σύγκριση με την παλιά θα γίνει αβίαστα και δεν θα την ευνοήσει, και εντάξτε την καινούργια ιστορία σαν την μετεξέλιξη ενός ακόμα παιχνιδιού που ξεκίνησε σχεδόν 4 δεκαετίες πριν, και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, και ίσως να ευχαριστηθείτε και τις δύο όπως πρέπει.

Sunday, January 27, 2008

Sleuth (1972)

Εκεί που τελειώνει ο φόβος κι η δειλία, κάθε μισητό συναίσθημα μετατρέπεται σε ανάγκη για εκδίκηση. Η παγίδα που γελοιοποιεί έναν αγανακτισμένο άνθρωπο, στέκεται το πρώτο πάτημα σε ένα νέο διαβολικό παιχνίδι. Η προσωρινή έλλειψη της σιγουριάς μιας υπεροχής απέναντι σε καθετί αξιολύπητο, αντιδρά αλυσιδωτά για να καταλήξει σε μια εθιστική δίψα για επικράτηση που συνοδεύεται απ’ όλο και πιο μικρή πιθανότητα επιτυχίας.

Το έπαθλο του αποτελέσματος είναι όλο και πιο ανάξιο της διεκδίκησης, και η εναλλαγή των παιχνιδιών εξουσίας, φεύγει από τον έλεγχο του ανθρώπινου, και χάνεται σε ένα λαβύρινθο σουρεαλισμού, όπου οι άσφαιρες βολές προκαλούν αληθινό αίμα, και ο θάνατος έρχεται περισσότερες από μία φορές.

Σε μια έπαυλη στην μέση του πουθενά, δύο αταίριαστοι φαινομενικά άνθρωποι, συναντιούνται για να παίξουν ένα παιχνίδι, διαφορετικό ο καθένας από την πλευρά του. Δύο αντίθετα άκρα που ξεκινούν μια διαδρομή, όπου το καθένα προσπαθεί να φέρει το άλλο στην πλευρά του, για να καταλήξουν να συναντηθούν κάπου στη μέση. Όταν όμως, η προσωπική περηφάνια του καθενός, δεν ικανοποιείται από την συνάντηση αυτή, τότε η γραμμή που τους ενώνει, σπάει σε μικρά λευκά κομμάτια ενός κενού πάζλ, που ταιριάζουν παντού και πουθενά.

Τα πραγματικά παιχνίδια-αυτόματα, γίνονται οι δευτεραγωνιστές, σε ένα τερέν για δύο, με την ζωή τους να παίζεται σαν ένα θέατρο σε κουκλόσπιτο, που καταλήγει το ίδιο σε αυτόματο, όταν τα αφεντικά γίνουν υπόδουλοι και οι συγγραφείς γίνουν οι άμοιροι πρωταγωνιστές αφημένοι στο έλεος της ίδιας τους της πένας.

Δυο από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές του βρετανικού (κι όχι μόνο ) κινηματογράφου, αποδεικνύονται υπεραρκετοί ώστε να κρατήσουν το κοινό σε αγωνία, καθώς και να το προβληματίσουν με έξυπνους γρίφους και δόλια παιχνίδια, σ’ αυτό το αυθεντικό θρίλερ των 140 λεπτών. Τι κι αν σ’ όλη την ταινία είναι απλές μαριονέτες της ίδιας τους της αλαζονείας, σε ένα καλοστημένο θέατρο, οι ερμηνείες τους είναι τόσο καθηλωτικές που εγκλωβίζουν ακόμα και τον πιο υποψιασμένο θεατή στο δικό τους ταλαντούχο παιχνίδι της εξαπάτησης.

Ακόμα κι όταν η πλοκή της δολοπλοκίας επαναλαμβάνεται σε διαφορετικό μοτίβο, η ιδιοφυία της παράστασης είναι τέτοια κάνει τις παρτίδες εθιστικές, καθώς αυτές μεταμορφώνονται χωρίς να αλλάζουν ουσιαστικά, μέσα στο χρόνο.

ΥΓ. 1: όποιος εξακολουθεί να πιστεύει ότι το saw (ή έστω τα sequel του) δεν είναι απλώς μια άσκοπη δοκιμασία νέων εφέ στην αναζήτηση του αηδιαστικού, ας δει αυτό, και θα καταλάβει πως μπορείς να δημιουργήσεις ανατριχιαστικά παιχνίδια που καθηλώνουν τόσο έξυπνα με το στήσιμο τους που δεν χρειάζονται ίχνος αηδίας ή ειδικών εφέ για να κερδίσουν θεατές.

ΥΓ.2: αναμφισβήτητα από τις καλύτερες ταινίες που έχω δει ποτέ. Μην την χάσετε, ειδικά τώρα που κυκλοφορεί το remake με τον Michael Caine να παίρνει το ρόλο του Olivier και να παραχωρεί τον δικό του στον Jude Law

Saturday, January 26, 2008

Gone Baby Gone (2007)

Παιδιά, αγάπη, φιλία, παιδοφιλία.
Κορμί, έρωτας, ηδονή, διαστροφή.

Ένας κόσμος αθωότητας, κι ένας κόσμος φθοράς στην ίδια γη. Ότι ξεκινά ωραίο, αναγκασμένο να συνυπάρξει με την ωριμότητα, καταλήγει ιδιοτελές και κερδοσκοπικό. Ψυχές τυλιγμένες σε σάπια σώματα, καταδικασμένες σε μια πνευματική φθορά. Απάτη και πλεκτάνες με επιδερμικές προφάσεις και ανέλπιδες προστασίες, μυστικά που γαντζώνονται στο σκοτάδι και φέρνουν στο φώς αλήθειες που πονάνε, και διχασμένες επιλογές που δεν μπορούν παρά να αφήσουν ανάμεικτα συναισθήματα στην σκιά τους.

Μερικοί άνθρωποι θα έχουν το θάρρος να εναντιωθούν σ’ αυτήν την απροσπέραστη πορεία και να τα βάλουν με το σύστημα, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι θα καταστρέψουν ο,τι είχαν ωραίο στη δική τους ζωή. Στο τέλος, η απορία του τι αξίζει και τι όχι, παραμένει αναπάντητη, αλλά το γέλιο ενός παιδιού, ζωγραφίζει τον κόσμο με χρώματα που αναιρούν καθετί κακό.

Μια ιστορία σκληρή για ευαίσθητες καρδιές, που δεν υπερβάλει, ούτε ωραιοποιεί τα πράγματα, αλλά παρουσιάζει με ένα θλιβερό φίλτρο μια υπόθεση απαγωγής που κρύβει πολλά περισσότερα από αυτά που δείχνει. Η αναζήτηση της αλήθειας γίνεται αυτοσκοπός, και χάνει τη σημασία της όταν η αντοχή των ανθρώπων απέναντι της, πρέπει να δοκιμαστεί.

Πολύ φρέσκια η σκηνοθεσία του Ben Affleck, που αν και χρησιμοποιεί κάποια κοινά τεχνάσματα για να εντυπωσιάσει, σε γενικές γραμμές μένει πιστός στην απλότητα των εικόνων αναδεικνύοντας τα συναισθήματα με μια εκθαμβωτική εναλλαγή θορύβων και σιωπών. Τα κάδρα του είναι όσο γεμάτα όσο πρέπει, επιτρέποντας στον θεατή να συμπληρώσει με τη ψυχολογία του, τις λιγότερο σημαντικές, οπτικά, λεπτομέρειες που παραμένουν, όμως ,σημαντικές για την εξέλιξη της υπόθεσης.

Μπορεί η ιστορία να περιστρέφεται γύρω από τα παιδιά, αλλά οι σκηνές μ’αυτά είναι εξαιρετικά λίγες, με τους ενήλικους να παίρνουν τη θέση τους και να παρουσιάζονται αβοήθητοι σε έναν κόσμο που μάλλον δεν τους ανήκει. Τα παιδιά είναι η ζωή, η θρησκεία, η αγάπη…Οι μεγάλοι με γνώμονα το καλό των παιδιών, προσπαθούν περισσότερο να σώσουν τους εαυτούς τους από τη μοναξιά, και το κενό που μένει σε έναν κόσμο χωρίς αυτά.

Εκπληκτικός είναι αυτός ο ψυχρός κόσμος που δημιουργείται από τις εύθραυστες ερμηνείες των πρωταγωνιστών, που πίσω από παιχνίδια, προσπαθούν να κρύψουν το δικό τους φόβο και την ανικανότητα τους. Ο Casey Affleck ανήκει σίγουρα στα πρόσωπα της χρονιάς, και έστω και λίγο καθυστερημένα, τραβά τα βλέμματα πάνω του, με την εκφραστικότητα του και την πολυεπίπεδη γραφική ερμηνεία του. Ελπίζω και μετά τη «Δολοφονία του Jesse James» οι ευκαιρίες για τέτοιους ρόλους, να συνεχίσουν να έρχονται βροχή.

Friday, January 18, 2008

Atonement (2007)

Ποιά είναι η πιο άσχημη λέξη που μπορείς να φανταστείς;
Ποιά είναι η χειρότερη πράξη που μπορείς να κάνεις;
Πόση από την ζωή σου μπορείς να θυσιάσεις για να διορθώσεις ένα κακό που έκανες σε έναν συνάνθρωπό σου;

Ψέματα παρανόησης και ηθελημένης διαστρέβλωσης, έρωτες που πεθαίνουν πριν καν ανθίσουν, ανεκπλήρωτες επιθυμίες και μισές αγάπες, ασπρόμαυρες φαντασιώσεις και σάπια όνειρα, κομματιάσματα του χρόνου και εγκλωβισμός του χώρου, δάκρυα που δεν χύθηκαν ποτέ και μίση που στοιχειώνουν, όλος ο κόσμος στον χρόνο και καθόλου χρόνος για τον κόσμο…

Διαδοχικά λάθη σε μια αλυσιδωτή αντίδραση από ανθρώπινα συναισθήματα που κοστίζουν τις ζωές του θύτη και του θύματος, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Ένας παραμυθένιος κόσμος, μιας γλυκόπικρης εποχής, που αναζητά το χρώμα μέσα στο μουντό της τοπίο, και σκοτεινοί έρωτες που ξεσκεπάζονται από φώτα άλλοτε αγνά και άλλοτε μοχθηρά.

Αναμφισβήτητα η δική μου αγαπημένη ταινία του 2007, που οι έλληνες θα παρακολουθήσουν στον κινηματογράφο από τις 24 Ιανουαρίου, τόσο αριστουργηματικά προσεγμένη, έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο την σχετικά μέτρια προηγούμενη κινηματογραφική χρονιά. Δεν υπάρχει κομμάτι στην παραγωγή της που δεν είναι προσεγμένο στην λεπτομέρεια.

Σίγουρα όμως, ξεχωρίζει η μαγευτική της φωτογραφία και μια ανάμεικτη σκηνοθεσία που κινείται από απλές γραμμές μέχρι μικρά ενδιαφέροντα τεχνάσματα που κάνουν την ιστορία να ξεδιπλώνεται με έναν τρόπο που καθηλώνει και συγκινεί αυθεντικά τον θεατή. Ο μικρόκοσμος που παρουσιάζεται στο πρώτο μισό της ταινίας, γεμίζει σταδιακά με διαπλοκές, σκεπασμένα μυστικά και συναισθήματα που ψάχνουν να βρουν διέξοδο μέσα από εγκλωβισμένες καρδιές, και ξεχειλίζουν στο δεύτερο μισό, για να ξεχυθούν σε έναν μεγαλύτερο κόσμο που χωράει ανώτερα συναισθήματα για να τα σκεπάσει με πόλεμο, να τα ποτίσει στον χρόνο που διαβρώνει τα πάντα στο πέρασμα του, και να τα θάψει εν τέλει σε έναν ιδανικά φανταστικό κόσμο της εξιλέωσης.

Ο James Mc Avoy είναι εκπληκτικός και η ηλικία του μας γεμίζει αισιοδοξία για το λαμπρό μέλλον που ακολουθεί, η (εκνευριστική για μένα )Keira Knightly, δεν έχει τον ρόλο της ζωής της εδώ, αλλά καταφέρνει να κερδίσει τους πάντες με την ερμηνεία της που είναι η καλύτερη της μέχρι τώρα, καθώς και να ξεφύγει από τους στερεότυπους ρόλους που συνήθιζε να παίζει. Μάλιστα η επιλογή του συγκεκριμένου ρόλου της στην ταινία έγινε έπειτα από δική της προτροπή, (οι συντελεστές την φαντάζονταν στον ρόλο της έφηβης Briony, βλ. imdb), κάτι που με αναγκάζει να την σεβαστώ λίγο παραπάνω. Αξιοσημείωτη και η ερμηνεία της μικρής Saoirse Ronan που συνδυάζει την παιδική αθωότητα με έναν σκοτεινό κόσμο συναισθημάτων που θα άνηκε φυσιολογικά σε μεγαλύτερους ανθρώπους. Και φυσικά ένας όμορφος σύντομος ρόλος της Vanessa Redgrave που μας είχε λείψει πολύ.

Δείτε την οπωσδήποτε…

ΥΓ. η ταινία περιέχει επίσης ένα εκπληκτικό 5λεπτο μονόπλανο που αντίστοιχο του είχα να δω από το Children of men (νομίζω είναι σαφές πλέον πόσο με έχει σημαδεύσει αυτή η ταινία αφού πλέον έχει μετατραπεί σε μέτρο και σταθμό για κάθε άλλη), που δημιουργεί έναν σκοτεινό κόσμο με τόση λεπτομέρεια, που καταντά ανατριχιαστικός μιας και ο πόνος φτάνει σε σημείο να αγγίζει ακόμα και τα φυσικά επίπεδα του θεατή πέραν των συναισθηματικών.

ΥΓ. 2 μόλις απολαύσετε την ταινία και όσο θα περιμένετε πως και πώς να βγει σε dvd τρέξτε να αγοράσετε το soundtrack που δένει ανατριχιαστικά με το ύφος της ταινίας και είναι αναμφισβήτητα η πιο δίκαιη ‘χρυσή σφαίρα’ της χρονιας.

ΥΓ. 3 η σύντομη πορεία της ταινίας στο imdb top 250 με απογοήτευσε, αλλά ελπίζω πως θα επιστρέψει γρήγορα σε αυτό με καλύτερες και πιο σταθερές θέσεις, τώρα μάλιστα που ανoίγει σε περισσότερες χώρες.

Friday, January 04, 2008

Charlie Wilson's War (2007)

‘Αυτά τα πράγματα συνέβησαν. Ήταν ένδοξα και άλλαξαν τον κόσμο…
…και μετά τα γαμ*σαμε στο τελείωμα του παιχνιδιού.’

--Charlie Wilson


Η ταινία όμως δυστυχώς απογοητεύοντας κάθε προσδοκία μου τα θαλασσώνει από την αρχή μέχρι το τέλος. Πίστευα ότι το μόνο ενοχλητικό στοιχείο στην όλη υπόθεση θα ήταν ο ‘πάντα λίγος-πάντα ίδιος’ Tom Hanks, αλλά στην τελική μόνο αυτός δεν με ενόχλησε.
Το σενάριο έκανε τρύπες παντού, με μια αδικαιολόγητα αργή αρχή που κράτησε μέχρι τα μισά της ταινίας. Η συνέχεια ήταν επιπόλαια στημένη, για να φτάσουμε στο τελευταίο μισάωρο, που αν και εξελίσσονται τα πιο σημαντικά γεγονότα, αντιμετωπίζονται σαν λεπτομέρειες που προσπερνιούνται γρήγορα για να δώσουν την θέση τους στο δακρύβρεχτο ‘ ο Θεός να το κάνει’ φινάλε.

Σαν να μην έφτανε όλο αυτό, έμεινα γαντζωμένος περιμένοντας πότε θα περάσει το μήνυμα ότι εν τέλει οι αμερικανικές κινήσεις δεν είναι τόσο ανιδιοτελείς πάντα, κι ότι οι αμερικάνοι δεν είναι οι σωτήρες του κόσμου ή έστω ότι οι μη-Αμερικάνοι δεν είναι ο λόγος για καθετί κακό σε τούτον τον κόσμο, κάτι που προς μεγάλη μου απογοήτευση δεν ήρθε ποτέ. Το τέλος βρίσκει την ταινία σαν μια απίστευτη προπαγάνδα για το πόσο διπλωματικά έσωσε η Αμερική τους καημένους τους Αφγανούς από τους ‘κομμουνιστές μπάσταρδους’ ‘όπως χαρακτηρίζονται οι Ρώσοι. Θα αναγνωρίσω μερικά συγγραφικά τεχνάσματα με τις εμβόλιμες φιλοσοφικές ιστορίες και τα παιδικά βιώματα του Charlie, να κάνουν νύξεις για την ανάγκη να εξετάσουμε τα πράγματα με έναν πολυδιάστατο τρόπο, αλλά ήμουν πολύ εκνευρισμένος μέχρι τότε με τα όσα έβλεπα, ώστε να αφήσω τέτοιες μικρές στιγμές που ήταν καταχωνιασμένες στην ταινία να με επηρεάσουν.

Μεγαλύτερο φιάσκο ήταν η χρησιμοποίηση των εικόνων φρίκης που πάρθηκαν από τα ιστορικά βίντεο ντοκουμέντα της εποχής, με σκοπό να προβληματίσουν και να συγκινήσουν. Δεν λέω, όντως συγκινούν, αλλά συγχρόνως λειτουργούν αρνητικά για την ταινία γιατί την κάνουν να δείχνει ακόμα πιο αδύναμη να υποστηρίξει τόσο σημαντικά γεγονότα.

Για να μην είμαι άδικος, θα αναγνωρίσω και κάποια θετικά της ταινίας που περιορίζονται στις εκπληκτικές ερμηνείες των Julia Roberts και Philip Seymour Hoffman καθώς και μερικές αστείες στιχομυθίες που δεν ξεπερνούν τις δυο ατάκες (προσέξτε την νύξη για τον Παπανδρέου και την Χούντα). Ακόμα κι αυτά όμως δεν είναι αρκετά για να σώσουν μια ταινία που θα την χαρακτήριζα ως μια ‘πολύ βιαστικά και βεβιασμένα στημένη προπαγάνδα, που εκμεταλλεύεται φτηνά τον θεατή τραβώντας τον να συγκινηθεί με στερεότυπα κινηματογραφικά τεχνάσματα και τον χειραγωγεί μέχρι να του πετάξει κι ένα πολύτιμο υπονοούμενο στο τέλος, που το καταβροχθίζει όμως μέχρι εκείνη τη στιγμή η φτήνια όλης της υπόλοιπης ταινίας’.