Monday, April 28, 2008

Vratné lahve - aka Empties (2007)

Μια ζωή πίσω από βιβλία και γνώσεις που φεύγουν μα δεν αφομοιώνονται. Καθημερινότητες που γίνονται ρουτίνες, σχέσεις που γίνονται δεδομένες, και μια αίσθηση ότι ο χρόνος δεν στερεύει, που γίνεται όλο και πιο πάγια. Κάποιες φορές χρειάζεται ένα συγκλονιστικό συμβάν για να ταρακουνήσει την ισορροπία των πραγμάτων, κι άλλες, αρκεί η ησυχία της επανάληψης για να αποκαλύψει ανάγκες που έμειναν να φωνάζουν στο παρασκήνιο.

Από την τσεχία μας έρχεται η πιο γλυκιά κωμωδία που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Έσπασε κάθε ρεκόρ εισπράξεων στα τσεχικά ταμεία με την ανεμελιά και την φυσικότητα που παρουσιάζει τις καταστάσεις ζωής που κανονικά θα έπρεπε να ξενίζουν. Με έναν ηλικιωμένο καθηγητή λογοτεχνίας να ανακαλύπτει πως η ζωή και η πρόοδος τον έχει αφήσει πίσω, και συγχρόνως να συνειδητοποιεί ότι η σύνταξη δεν του ταιριάζει καθόλου, ρίχνεται στο ταξίδι εκμετάλλευσης του χρόνου του, με ότι δεν έκανε ποτέ στην ζωή του.

Μέσα από φαντασιώσεις αλλά και extreme επαγγελματικές επιλογές, καταφέρνει να βρεί πράγματα που τον γεμίζουν μετά από πολλά χρόνια, και με την σοφία αλλά και την αφέλεια που έχει συνδυάσει, να διαμορφώσει προς το καλύτερο τις ζωές των ανθρώπων που αγαπά. Πολλές φορές όμως ό,τι σωστό και οφέλιμο στο μυαλό μας, δεν έχει και το ίδιο ανταπόκρισμα όταν γίνεται πράξη, και εκεί που τα πράγματα πρέπει να ακολουθήσουν ένα σχέδιο, ξαφνικά μας αφήνουν μετέωρους να προσπαθουμε να ανακτήσουμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας.

Το σημαντικό είναι πως ποτέ δεν είναι αργά για να ζήσεις ότι πάντα άφηνες για την επόμενη ημέρα. Ακόμα κι αν οι συνομήλικοι σου διανύουν τον χειμώνα τους, εσύ μπορείς να κρατηθείς λίγο παραπάνω στο φθινόπωρο της ζωής σου και να μαζέψεις λίγα ακόμα πεσμένα φύλλα.Στην άνιση πτήση της ζωής, τα λάθη θα μας ανεβοκατεβάζουν, μα τα συναισθήματα θα μένουν να γεμίζουν το αερόστατό μας, μέχρι να επιλέξουμε πότε θα έρθει εκείνη η στιγμή που πρέπει να αφεθούμε στην γη.

Monday, April 21, 2008

Miss Pettigrew Lives for a Day (2008)

Όταν τα στερεότυπα ντύνονται με τόσο αληθινά συναισθήματα, όμορφες ερμηνείες, και μια νοσταλγία περασμένων εποχών, τότε η πρωτοτυπία είναι αναπόφευκτη. Η κυρία (με το αστείο όνομα που ταιριάζει γάντι στην περίπτωσή της) Pettigrew, αν έβγαινε από τα παραμύθια θα ήταν σίγουρα η σταχτοπούτα, κι αν ζούσε στη νέα χιλιετία, θα ήταν ένα οποιοδήποτε επαρχιωτόπουλο που κυνηγάει το αμερικανικό όνειρο. Την συναντάμε όμως λίγο πριν τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο, στους δρόμους της Αγγλίας, να δίνει τις δικές τις μικρές καθημερινές μάχες για να βρει μια δουλειά που θα της παρέχει όσα χρειάζεται.

Αλλά μην στενοχωριέστε, το κλίμα δεν είναι καθόλου λυπητερό. Η ταινία βασίζεται στις αντιφάσεις της ζωής, και στην πολύπλευρη όψη των πραγμάτων. Έτσι κι η κα. Pettigrew παρά τα βάσανά της, θα αρπάξει κάθε ευκαιρία που της δίνεται (ακόμα και μερικές που δεν της δίνονται ευθέως), και θα μπει σε μια κοινωνία διαφορετική από την δική της. Ακολουθώντας τα εθιστικά, για τις ταινίες του είδους, make-over, θα γίνει το βοηθητικό πιόνι στα σχέδια μιας νεαρής ηθοποιού (κομμένη και ραμμένη στα πρότυπα της Monroe), και θα αποτελέσει μια κινητήρια δύναμη για την επίλυση των προβλημάτων κάθε λογής, όσο αυτό βοηθάει τα δικά της να μένουν στην άκρη.

Πριν το καταλάβει ολόκληρη η υψηλή κοινωνία κρέμεται πάνω της, κι όσο κι αν την ξενίζει αυτό, είναι ήδη αργά για να ξεφύγει. Θα παίξει λοιπόν το παιχνίδι τους και θα τους μάθει από την αρχή τους σημαντικούς κανόνες. Η αγάπη δεν είναι παιχνίδι, και δυστυχώς δεν έρχονται όλα τα πράγματα ακριβώς την στιγμή που τα ζητάμε.

Μια κοινωνική κωμωδία, έρχεται από μια άλλη εποχή, να μας ταξιδέψει και να μας δείξει τους πιο διαχρονικούς δρόμους της καρδιάς, με μια υπόθεση που έχουμε συνηθίσει, αλλά δοσμένη με μια διαφορετική ματιά, με ερμηνείες συναισθηματικές, από χαρακτήρες που μοιάζουν επιφανειακοί, αλλά κρύβουν περισσότερη ουσία στην ύπαρξη τους, και ρόλους που δείχνουν τόσο διαφορετικοί, αλλά μοιράζονται περισσότερα κοινά απ'όσα φαίνονται. Η μουσική, τα χρώματα κι οι extravagant περσόνες συνθέτουν ένα κλίμα επικίνδυνα ψεύτικο, αλλά πίσω από κάθε προσωπείο υπάρχει κι ένα αληθινό δάκρυ, κι ο έρωτας μπορεί να γεννηθεί και στα πιο απίθανα σκηνικά.

ΥΓ 1. Για τους λάτρεις της χρυσής εποχής του Hollywood, η ταινία θα αποτελέσει ένα εξαιρετικό συνοδευτικό των παρασκηνιακών τάσεων της εποχής, με ατάκες που παραπέμπουν σε γνωστές ταινίες, κι ένα soundtrack με μεγάλες επιτυχίες του Cole Porter και άλλων σημαντικών δημιουργών.

ΥΓ 2. Οι δύο πρωταγωνίστριες Amy Adams και Frances McDormand δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν καλύτερη επιλογή για το ρόλο τους η καθεμιά. Γίνονται άμεσα αξιαγάπητες και θα μπορούσαν να ταυτιστούν με εναλλάκτικες πρόγονες περσόνες της Bridget Jones (εγγύηση!)

Saturday, April 19, 2008

L' Année dernière à Marienbad -aka Last year in Marienbad (1961)

Σ’ ένα μέρος βγαλμένο από ληθαργικά όνειρα, ένας άνδρας προσπαθεί να βρει την ηρεμία του, στην προσπάθειά να αναπλάσει το ταραγμένο του παρελθόν. Στον τόπο που η μνήμη του δημιουργεί, ο χρόνος είναι άλλοτε σταματημένος, κι άλλοτε αναπαράγει τα ίδια γεγονότα σε μια ατέρμονη επανάληψη. Ο χώρος είναι γεμάτος με ανθρώπους άγνωστους που δεν έχουν καμία σημασία (ή μήπως έχουν;), οι οποίοι αφήνουν για λίγο την μαρμαρωμένη θέση τους για να γίνουν οι αναμνήσεις μιας ζωής που προϋπήρξε. Ανάμεσα στα αγάλματα, η μορφή μιας γυναίκας ζωντανεύει με διαφορετικά στιγμιότυπα, το καθένα από τα οποία διηγείται ένα διαφορετικό περιστατικό, κι όλα μαζί λένε την ίδια ιστορία.

Πριν από ένα χρόνο οι δυο τους έζησαν μια ιστορία αγάπης που καταδικάστηκε από το απαγορευμένο τέλος που έθεσε η ψύχωση των ψεύτικων αναμνήσεων ή η ανάγκη απόρριψης της τραγικής πραγματικότητας. Πόσος καιρός έχει περάσει πραγματικά από τότε; Τι είναι αλήθεια και τι κρύβεται πίσω από επιθυμίες που το υποσυνείδητο , κι όχι η μνήμη, προσωποποιεί. Πώς μπορεί να ξεφύγει ο άνθρωπος από το παιχνίδι που του άνοιξε ο χρόνος; Αν ξεκινήσει την παρτίδα ο ίδιος, τότε οι κινήσεις του χρόνου ξεθάβουν το παρελθόν και προδικάζουν το χαμένο μέλλον, αν παραχωρηθεί στον χρόνο η πρώτη κίνηση, τότε τα ίχνη του ανθρώπου μπερδεύονται σε γεγονότα που συνέβησαν, σε γεγονότα που θα συμβούν, κι ακόμα χειρότερα σε γεγονότα που δεν συνέβησαν ούτε θα συμβούν ποτέ. Όπως και να ‘χει ο χρόνος βγαίνει πάντα κερδισμένος.
Μήπως όμως το παιχνίδι είναι λάθος στην ουσία του; Μήπως ο χρόνος δεν θα έπρεπε καν να είναι ο αντίπαλος, και στην θέση του να μπουν οι εφιάλτες των χαμένων ονείρων;

Ο Alain Resnais σε αυτήν την πρωτότυπη ταινία οπτικοποιεί γεωμετρικά, τον λαβύρινθο του ανθρώπινου μυαλού, με τις σκέψεις σαν διάδρομοι που οδηγούν παντού και πουθενά. Η εμμονή ενός ανολοκλήρωτου έρωτα, ξεδιπλώνεται σε χώρους που μοιάζουν ανεμπόδιστοι, αλλά καταλήγουν φυλακές, και το αντικείμενο του πόθου ακόμα και μέσα στο ίδιο το υποσυνείδητο μοιάζει αβέβαιο.

Η κίνηση της κάμερας όταν εξερευνά τον χώρο είναι αργή, και φαίνεται σαν ο ίδιος ο χώρος να μας παρουσιάζεται από μόνος του. Η συνεχής αφήγηση στοιχειώνει το νου, και ενώνει τις εικόνες με τρόπο που μοιάζουν να διαδέχτηκαν η μια την άλλη σε πραγματικό χρόνο, άσχετα αν αυτή η πορεία του μυαλού κρατάει χρόνια. Οι άνθρωποι στέκονται σαν αγάλματα που απλώς παρατηρούν, αλλά κερδίζουν και στιγμές που ζωντανεύουν στο προσκήνιο για δώσουν την ευκαιρία σε εμάς να τους παρατηρήσουμε και να αποκομίσουμε τις λεπτομέρειες ενός σκηνικού που θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε. Μόνο η μορφή ενός άνδρα κυκλοφορεί ανεμπόδιστα σαν την ζήλεια που κυριεύει την καρδιά χωρίς περιθώρια αντίδρασης. Κι όλα τα άλλα είναι θολά σαν να περιμένουν την σειρά τους να ερμηνευθούν. Κάθε οπτική γωνία όμως φανερώνει μια νέα αλήθεια και συγχρόνως κρύβει μια άλλη.

Βυθιστείτε στο παιχνίδι, κρατείστε τα μάτια σας ανοιχτά και ρουφήξτε τις λεπτομέρειες και στο τέλος επιλέξτε την ερμηνεία που σας ταιριάζει. Σωστό ή λάθος δεν υπάρχει, κι οι κριτικοί κινηματογράφου διαφωνούν δεκαετίες για τις προθέσεις της ταινίας. Το 1968 μάλιστα ο Γάλλος κριτικός και συγγραφέας René Prédal συγκέντρωσε στο βιβλίο του "Le Cinema fantastique" μια λίστα με 25 διαφορετικές ερμηνείες της ταινίας, η οποία μάλιστα πήρε και την έγκριση του σκηνοθέτη. Άβυσσος (η καρδιά) το μυαλό του ανθρώπου.

ΥΓ 1. Την ταινία είχα την τύχη να την πετύχω πριν μερικά χρόνια σε ένα κρατικό κανάλι, και με είχε μαγέψει με την αινιγματικότητα και την κομματιασμένη συνοχή της. Πρόσφατα μετά την προβολή της Ιστορίας 52 του Αλέξη Αλεξίου, την ξαναθυμήθηκα για την εμφανή ομοιότητα ορισμένων θεματικών αξόνων των δύο ταινιών.

Thursday, April 10, 2008

Ben X (2007)

Ένας ήρωας που κρύβεται στην ίδια του την σκιά. Ένα τραγικό φαινόμενο που έρχεται στο φως, μαζί με τον θρήνο για ένα νέο θύμα του. Η πραγματικότητα μέσα στο παιχνίδι, ή το παιχνίδι μέσα στην πραγματικότητα; Μάλλον λίγο κι απ'τα δύο. Το παιχνίδι αρχίζει...η πραγματικότητα όμως για να κινηθεί πρέπει να υπάρξει ένας θάνατος. Μόνο τότε η ζωή συνεχίζεται.

Στην οθόνη ενός υπολογιστή φυλακίζονται όλα τα όνειρα ενός νέου ανθρώπου , που ξεφεύγει από ένα κόσμο ταπείνωσης για να ζήσει μια δεύτερη ζωή όπως την επιλέγει ο ίδιος. Στον φανταστικό του κόσμο, τα πάντα υπακούουν σε κανόνες, ακόμα και η ζούγκλα της βίας. Κάθε παρεκτροπή έχει συνέπειες μόνο αν το επιλέξεις, τα απωθημένα μοιράζονται σε pixel αίματος που χάνονται από τη μια στιγμή στην άλλη, και με κάθε θάνατο έχεις την ευκαιρία να ζήσεις την περιπέτεια αναζήτησης του πτώματος σου, και να ξανακερδίσεις την ζωή.

Στο αχανές του πραγματικού κόσμου όμως οι κανόνες υπακούουν στα δικά τους όρια. Η βία καταστρέφει ολοκληρωτικά, ενώ και το πιο αθώο πείραγμα μπορεί να έχει την πιο αρνητική επίδραση στην ζωή ενός ανθρώπου. Ο σεβασμός κερδίζεται δύσκολα, και τα ανθρώπινα επίπεδα δεν μετριούνται με τις ώρες ζωής, ή τις καθημερινές περιπέτειες, ενώ ο θάνατος είναι τελεσίδικος. (Ή μήπως όχι;)

Ο Nic Balthazar, από την πρώτη του κιόλας ταινία, συνθέτει ένα μικρό ύμνο στη ανθρωπιά (και την απανθρωπιά συγχρόνως), μέσα από την καθημερινή οδύσσεια του αυτιστικού πρωταγωνιστή, που βρίσκεται αιχμάλωτος της επιλογής του να βλέπει την ευρύτερη εικόνα της ζωής, και διχασμένος στην επιλογή-επιβολή μεταξύ ενός "φυσιολογικού" προσωπείου βγαλμένο από τα κυρίαρχα κοινωνικά πρότυπα, κι ενός καταφύγιου σε ένα κόσμο όπου δεν χρειάζεται κανείς να πασχίσει για να βρει το χαμόγελό του. Εν τέλει βυθίζεται σε μια γυάλινη πραγματικότητα όπου η αυτοπροστασία σπάει σε κομμάτια που ο καθένας ποδοπατά με την δικαιολογία του ασήμαντου-αχρείαστου.

Μια συγκινητική ιστορία με εμβόλιμες μαρτυρίες που συντελούν στην αινιγματική δομή, στην παραπλάνηση του κοινού για το τι είναι αληθινό και τι όχι, και στην προαναγγελία ενός θλιβερού φινάλε που μοιάζει βαρύ για να το αντέξεις και συγχρόνως αδύνατο να το πιστέψεις. Τα περισσότερα πράγματα στην ζωή όμως έτσι είναι, και μπορεί όλη η ταινία να είναι φορτωμένη με μια εναλλακτική πραγματικότητα αλλά στο τέλος το ωμό καταλήγει το πιο συγκινητικό στοιχείο, το πιο αληθινό!

ΥΓ1. Κάθε υπερβολή και ερασιτεχνικότητα συγχωρείται στον σκηνοθέτη, μόνο και μόνο γιατί διάλεξε να ασχοληθεί με το θέμα της κοινωνικής περιθωριοποίησης και να το συνδέσει με την εφηβική αυτοκτονία, με αποτέλεσμα μια ταινία που οι δυνατές στιγμές της κόβουν κυριολεκτικά την ανάσα.

ΥΓ.2 Εντυπωσιακά πρωτοποριακοί και άμεσα συνδεδεμένοι θεματικά με την ταινία οι τίτλοι αρχής (οι απανταχού gamers θα τρελαθούν), και άκρως απολαυστική εμβόλιμη σκηνή-κλειδί, κατά την οποία απομυθοποιούνται τραγελαφικά διάφοροι τρόποι αυτοκτονίας.

ΥΓ. 3 Συγκλονιστική η ερμηνεία της Marijke Pinoy στο ρόλο της μητέρας, και πολύ τρυφερά πλαισιομένη η ερμηνεία της Laura Verlinden στο ρόλο της "θεραπεύτριας - φύλακα άγγελου" του κεντρικού ήρωα.

Tuesday, April 08, 2008

Ιστορία 52 - aka Tale 52 (2008)

Η οπτική καταγραφή του υποσυνείδητου, στην μάχη του με την πραγματικότητα και το ασυνείδητο, ξεδιπλώνεται σε κλίμακα χρόνου που εγκλωβίζεται σε μία ατέρμονη λούπα. Η αρχή ΕΙΝΑΙ το τέλος ΕΙΝΑΙ η μέση ΕΙΝΑΙ η αρχή είναι...

Εφιαλτικές αλήθειες που πασχίζουν να βγουν από θαμμένα όνειρα, και ονειρικές πραγματικότητες που προβάλλονται με μάτια κλειστά, μπλέκουν με τις σκέψεις, κι αρκεί ένα μικρό ερέθισμα, για να μηδενιστεί ο χρόνος κι αμέσως να ξαναρχίσει. Κάθε εμπειρία κλείνεται σε μια σκοτεινή πλευρά του μυαλού, μέχρι η πρώτη ελπίδα ή η ύστατη απελπισία της δείξει το δρόμο για την αναβίωση.

Ο Ιάσονας θα ξεκινήσει μια εκστρατεία στο δικό του υποσυνείδητο, και μαζί του ο σκηνοθέτης Αλέξης Αλεξίου, ένα ταξίδι στο σινεμά των μεγάλων δημιουργών, κι όπως ο ήρωάς του συγκεντρώνει τις εμμονές του και σχηματίζει την φυλακή της δικής του αυτο-τιμωρίας, έτσι κι ο ίδιος δημιουργεί το δικό του σινεμά. Οι κάμερες τρεμοσβήνουν σε πλάνα που θολώνουν πάνω στις λεπτομέρειες μα αποκαλύπτουν συγχρόνως τα μυστικά μονοπάτια του μυαλού σε σημείο που η παρακολούθηση αγγίζει την ηδονοβλεψία. Τα κάδρα περιορίζονται από φυσικά πλαίσια και οι ήρωες ξεγλιστρούν από χαραμάδες για μία φιμωμένη ανάσα, μέχρι να επιστρέψουν στην κατάψυξη των σκέψεων που δεν σβήνουν ποτέ, παρά μόνο σαπίζουν...

Δωμάτια μοντέρνα φτιαγμένα από τοίχους που διαλύονται σταδιακά, το σύμβολο ενός κρανίου που οι σκέψεις διογκώνουν από μέσα προς τα έξω, μα η ψύχωση με την συντήρηση της "ιδιοκτησίας", θα γίνει ο μύκητας που το κατατρώει από παντού. Κάθε συνήθεια αλλοιώνεται από την επανάληψη, και κάθε διαφοροποίηση δεν φτάνει για να αλλάξει την ημερομηνία λήξης ενός καταδικασμένου έρωτα.

Η αποδόμηση της αλήθειας επιταχύνεται όσο οι διάδρομοι του μυαλού γεμίζουν με ψευδαισθήσεις, η ελπίδα της διαφυγής μικραίνει όσο ο λαβύρινθος του φανταστικού διογκώνεται με τις εφιαλτικές αναμνήσεις του πραγματικού, κι η πιο βασανιστική τιμωρία δεν είναι η μετάνοια για ότι κακό συνέβη, αλλά η σκέψη όλων των καλών που δεν συνέβησαν ποτέ!


"Η ιστορία που σας είπα δεν ήταν η δική μου...ήταν η ιστορία ενός ανθρώπου που καταγράφει μια ιστορία που μοιάζει με την δική του"

ΥΓ 1. Τα συγχαρητήρια στον Αλέξη Αλεξίου δεν είναι αρκετά για να του ανταποδώσω αυτό που η ταινία του μου προσέφερε. Το γεγονός ότι το σινεμά που δημιούργησε δεν έχει εθνικότητα, αλλά ξεπερνά κάθε γλώσσα και στερεότυπη καλλιτεχνική έκφραση είναι αρκετό από μόνο του.

ΥΓ2. Ο δημιουργός βρήκε τους ιδανικούς πρωταγωνιστές, με τον Γιώργο Κακανάκη (Ιάσονας) να ακροβατεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στην σχιζοφρένεια και στην απόγνωση, με τρόπο που όλη η πνευματική παράνοιά του ζωγραφίζεται στο προσωπό και τον τρόπο του να μιλάει, και με την ιδανικά πλασμένη Σεραφίτα Γρηγοριάδου (Πηνελόπη) που με την ευγένειά της ερμηνείας της αποτελεί την ιδανική σύζηγο που αντέχει την αναμονή μέχρι ο άνδρας της να γυρίσει από το βασανιστικό ταξίδι των παραισθήσεων του.

ΥΓ3. Περιμένω με αγωνία τα νέα για το εκπληκτικό soundtrack με την υπογραφή των Γιάννη -Φελιζόλ- Βεσλεμέ και Peekay Tayloh, που έχει στοιχειώσει το μυαλό μου από το εκπληκτικό ξεκίνημα μέχρι το αριστουργηματικό φινάλε της ταινίας.

ΥΓ.4 Η πρώτη ερωτική σκηνή της ταινίας, έχει ξεπηδήσει μέσα από τον δικό μου ιδανικό τρόπο σκηνοθεσίας. Όταν την παρακολουθούσα ένοιωσα τον σκηνοθέτη να διεισδύει στο δικό μου υποσυνείδητο. Ακόμα ανατριχιάζω...

ΥΓ5. Την πέμπτη 10 Απριλίου βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες η ταινία, μην την χάσετε με τίποτα!

Monday, April 07, 2008

Funny Games

Μια ευτυχισμένη οικογένεια χωρίς παρελθόν, θα ξεκινήσει μια εκδρομή για το εξοχικό της που στα χέρια δύο νεαρών και στην μακάβρια διάθεση τους για θανατηφόρα παιχνίδια, θα μετατραπεί σε ταξίδι χωρίς μέλλον.

Ο Haneke συνθέτει το δικό του πάζλ, από ανυπόστατους χαρακτήρες, και συγκυρίες που δεν τυχαίνουν παρά μόνο πετυχαίνουν, σε ένα τερέν που η πραγματικότητα πολεμά τον σουρεαλισμό, και η ελπίδα τα βάζει μάταια με την βίαια συνειδητοποίηση της καταδικασμένης σωτηρίας.

Η υπομονή του θεατή θα δοκιμαστεί, μαζί με την τύχη της οικογένειας, που βασανίζεται παρασκηνιακά, με το αίμα στα ρούχα να φανερώνει (και να κρύβει συγχρόνως) ανοιχτές πληγές, τις απόμερες κραυγές να φωνάζουν για τα off-screen βασανιστήρια, την ίδια στιγμή που η τηλεόραση και το ράδιο αναλώνονται σε καταστροφικές εικόνες, ντυμένες με μαζοχιστικούς ήχους.

Το κουρδιστό πορτοκάλι μετατρέπεται σε σπασμένο αυγό, και τα νοήματα των παιχνιδιών δεν ξεφεύγουν πολύ από την αριστουργηματική έμπνευση του Kubrick που προηγήθηκε κατά σχεδόν 4 δεκαετίες αυτής του Haneke. Αυτό που καταφέρνει ο τελευταίος πιο εύκολα όμως, είναι να αρπάξει τον θεατή από το λαιμό, και χωρίς ανάσα να τον ρίξει στο παιχνίδι που οι μαριονέτες του ξεκινούν, και σαν τα θύματα της ταινίας, να μπλεχτούν με τους θύτες, μόνο για να συνειδητοποιήσουν ότι η υπεροχή δεν τους ανήκει.

Κι αν αναρωτιέστε σε ποια από τις δύο εκδοχές της ταινίας αναφέρομαι, παίξ’τε το κορώνα γράμματα, ή μετρήστε το α-μπε-μπα-μπλομ…


Sunday, April 06, 2008

Before the devil knows you're dead (2007)

Πόσο απέχει η κόλαση από τον παράδεισο όταν ο απολογισμός μιας ζωής επιστρέφει κομματιασμένος; Για πόση ώρα μπορείς να κρυφτείς από την ίδια σου την ζωή, όταν το υποσυνείδητο σου χρειάζεται την συνείδηση για να υπάρξει;

Δόσεις μαστουρωμένης ευτυχίας, σε ένα κολλάζ από πληγές που πάντα επαναφέρουν τον πόνο στην επιφάνεια. Ένα γαιτανάκι από ανθρώπινους δεσμούς και συγκιρίες χτίζουν και αποδομούν συγρόνως την οικογένεια μέσα στην κοινωνία, και την κοινωνία μέσα στην οικογένεια. Οι κουβέντες που δεν ειπώθηκαν ποτέ θα γίνουν πράξεις ποτισμένες στις ενοχές, κι οι ουσιώδεις σιωπές θα παραγκωνίζονται μέχρι να γίνουν κραυγές αγωνίας, πόνου, απογοήτευσης...

Η συναισθηματική πληρότητα, θα έρθει σε ρίξη με τις ημιτελείς ζωές των ηρώων, που ξεδιπλώνονται μη γραμμικά στο χρόνο, και υπάρχουν μόνο σε συνδυασμό με αυτές των γύρω τους. Δεσμοί αίματος και δεσμοί λάθους σε μια ιστορία που η ανάγκη διαφυγής χτίζεται σταδιακά μαζί με τον τρόμο, όταν όλοι οι εσωτερικοί δαίμονες πρέπει να αντιμετωπιστούν, κι ο διάβολος περιμένει στην γωνία το επόμενο θύμα του.

Άνθρωποι θύματα της δικής τους φυγοπονιάς και ανασφάλειας, κουκουλώνουν τα προβλήματα τους με αόρατα ξεσπάσματα που συνδέονται μεταξύ τους αρραγώς, σε αντίθεση με τους χαρακτήρες που ξεπερνούν τους εσωτερικούς τους δεσμούς, και προσπαθούν να ξεφύγουν από την δική τους ζωή, μόνο για να συνειδητοποιήσουν ότι αποτελούν μέρος του ίδιου συνόλου. Ένα τσιγαριλίκι που καπνίζεται από δύο, η ηρωίνη που χρειάζεται το αίμα, το αίμα που χρειάζεται την ηρωίνη!
"May you be in heaven a full half hour before the devil knows you're dead."

Με την ωριμότητα του Lumet και το δεξιοτεχνικό σενάριο της Kelly Masterson, δημιουργείται μια ιστορία από εκείνες που είναι γεμάτες από μικρο-κορυφώσεις για να καταλήξει να φαίνεται επίπεδη, αποδίδοντας σταθερά, την απελπισία της μη πληρότητας του ανθρώπου, που καθρεπτίζεται στο κομμάτιασμα της ίδιας ιστορίας, τόσο χρονικά όσο και ανθρωποκεντρικά.

Το καστ αποδίδει σαν σύνολο, με την βιβλική σχέση των δύο αδελφών στο προσκήνιο, και το κρυστάλλινο θάρρος του πατέρα που ξέρει να συγχωρεί, αλλά δεν ξεχνα και να τιμωρεί στο παρασκήνιο. Μόνη μου αντίδραση, η προσέγγιση του Hoffman στους μετά-Καπότε ρόλους του, που τον αναγκάζει να ερμηνεύει σαν να κουβαλάει πάνω του διαρκώς το χρυσό αγαλματάκι. Όσο κι αν λάτρεψα την οσκαρική ερμηνεία του, τόσο απογοητεύτηκα από τον εγκλωβισμό του στις μετέπειτα επιλογές του.

Friday, April 04, 2008

Clash by night (1952)

Σε ένα ασπρόμαυρο, εγκλωβιστικά θεατρικό λιμάνι, το παρελθόν πεθαίνει μαζί με τα ψάρια, μα οι αναμνήσεις μένουν σαν την άσχημη μυρωδιά να διαπερνούν κάθε κλειστή πόρτα και να στοιχειώνουν τις κινήσεις των ηρώων που ψάχνουν καταφύγιο μακριά από το σπίτι τους. Καθετί ξεπερασμένο που δεν έχει θέση στον νέο κόσμο, διατηρείται σε μια κονσέρβα από βυθισμένες στο χρόνο παιδικές επαναστάσεις, και ξεθυμασμένα όνειρα μιας γενιάς που έχασε την σειρά της.

Στα κρυφά θα παρακινήσει μια σειρά από ανείπωτες επιθυμίες και απωθημένα που δεν ξεφορτώθηκαν ποτέ σε κανένα ταξίδι της καρδιάς. Οι ανθρώπινες σχέσεις θα μπλεχτούν σαν φυσαλίδες του ίδιου κύματος, περιμένοντας να μάθουν που θα βρίσκονται στο τέλος της φουρτούνας, ανύμπορες να προβλέψουν το αποτέλεσμα. Στην πορεία επιθυμίες θα μπλεχτούν με μία άνισα μοιρασμένη ικανοποίηση και οι κοσμοθεωρίες θα αλλάξουν μαζί με τις σπασμένες υποσχέσεις.

Η ταινία υπήρξε πολύ πριν τα ερωτικά τρίγωνα γίνουν εγχειριδιακή ψυχολογία, και η μεταφορά τους στην μεγάλη οθόνη αναλωθεί με προσεγγίσεις από κάθε πιθανή οπτική γωνία, κι αν σήμερα μοιάζει στερεότυπη, δεν παύει να κουβαλάει την πρωτοπορία και την αντιδραστικότητα των κοινωνικών δεσμών της εποχής. Το άκουσμα και μόνο άλλωστε του Fritz Lang στην σκηνοθετική καρέκλα, καθώς και του ολόχρυσου κάστ με την Barbara Stanwyk και την νεοανακαλυφθείσα τότε Monroe, καθιστούν αυτομάτως την ταινία κλασσική.

Την δεκαετία του '50 τα μεγάλα ονόματα θεωρούνταν όχι αδίκως εγγύηση, οι πειραματισμοί των studio με pin-up girls έφτιαχναν διάσιμες ηθοποιούς από ποθητά μοντέλα, τα επιτυχημένα θεατρικά μεταφέρονταν με μεγάλη επιτυχία στην μεγάλη οθόνη, και η ιστορία του κινηματογράφου ήταν ακόμα νέα, ωστέ οι ατάκες υποννοούμενα από μια ταινία σε μια άλλη, να γίνονταν αποδεκτές με ενθουσιασμό από κάθε θεατή (σε αντίθεση με τις σημερινές κλεμμένες ατάκες, υποθέσεις και καμιά φορά αυτούσιες ταινίες που καταπίνει με ευκολία το κοινό, και μόνο οι παππούδες και οι σινεφίλ αναγνωρίζουν το κινηματογραφικό αδιέξοδο ορισμένων "δημιουργών").

ΥΓ 1 Δείτε για παράδειγμα την λατρεμένη εξέλιξη της πιο αντιπροσωπευτικής σκηνής του Now Voyager όπου ο Paul Henreid ανάβει μεμιάς δύο τσιγάρα και προσφέρει το ένα στην Bette Davis, με τον Alfred Hayes (συγγραφέα του clash by night) να την προσαρμόζει στο εκρηκτικό ταμπεραμέντο της χειραφετημένης μα συγχρόνως εύθραυστης Barbara Stanwyk.

Wednesday, April 02, 2008

Die Fälscher - aka The Counterfeiters (2007)

Το πρωτο φύλλο μιας εφημερίδας ξεκουράζεται πάνω στις ήρεμες πέτρες της όμορφης ακτής, το μελάνι πότισε το γκρίζο χαρτί, και αντέγραψε με επιτυχία την είδηση...Ο πόλεμος τελείωσε! Τα κύματα όμως ανακατεύουν μνήμες και σκέψεις και στη θύμηση έρχονται εποχές ανεπίδεκτες αντιγραφής.

Οι μετρημένες μέρες μιας πλασματικής αφθονίας, επισκιάζονται από την προκατάληψη που αρχικά ανάγκαζε τους ανθρώπους να ζουν πίσω από ψεύτικα ονόματα, μα έφτασε να αποτελεί το σφραγισμένο εισιτήριο για τον απόλυτο χαμό. Τα λαμπερά φώτα και οι πολυτέλειες, καταβροχθίζονται γρήγορα από εικόνες που χάνουν το χρώμα τους και γίνονται σχεδόν ασπρόμαυρες, ποτισμένες με τον ανθρώπινο πόνο.

Ανάμεσα στην φρίκη της βιαιότητας, ιστορίες διαπλοκής ανταγωνίζονται τον εξαναγκασμό και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, σε ένα θανάσιμο παιχνίδι που ο στόχος είναι κοινός μα τα κίνητρα μοιράζονται σε κομμάτια. Σαν την αντοχή που πολεμά στο δικό της συναισθηματικό τερέν, την αναπάντεχα μόνη υποταγή, και τις αντικρουόμενες τάσεις για ηρωισμό και επανάσταση.

Στο φώς δεν θα σταθεί κανείς χωρίς να γονατίσει στον θάνατο, μας στις σκιές μια ασυνείδητη αντίδραση, θα μάχεται για την υπόληψη, για τις απρόβλεπτες εσωτερικές διακρίσεις, για την εκδίκηση που προαπαιτεί η σωτηρία. Στις αντιγραφές ακριβείας θα υπάρξουν πλαστοί χαρακτήρες και κάλπικες συμπεριφορές, ενώ τα παιχνίδια εξουσίας διαμορφώνουν καθετί αυθεντικό, σε άδειο καλούπι που όσο εύκολα δημιουργήθηκε τόσο εύκολα καταστρέφεται.

Μια πρωτότυπη προσέγγιση, στην πιο σκοτεινή περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας, που δεν παραγκωνίζει το μαρτυρικό στοιχείο των στρατοπέδων συγκέντρωσης, αλλά εμπνέεται από μια αληθινή ιστορία για να παρουσιάσει παγίδες που πέραν της ανθρώπινης ζωής, εγκλώβιζαν αρετές, που ορισμένες φορές αντέχουν κάθε βασανιστήριο.

Ένα παθιασμένο τανγκό συναισθημάτων ξεκινά την διαφθορά, ένα βινύλιο που γεμίζει στιγμιαία με ανθρώπινους ήχους τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ένα αργό βάλς που κινείται στους νοσταλγικούς ήχους των κυμάτων και της εξιλέωσης της μνήμης. La Guerre est finie!!