Η πρώτη και ενδεχομένως πιο επιτυχημένη διασκευή του μυθιστορήματος του Ernest Hemingway με τίτλο "The Matadors", αποτελεί συγχρόνως ένα από τα πιο διαδεδομένα και αντιπροσωπευτικά φιλμ noir. Με σκηνοθεσία απλή στο μεγαλύτερο μέρος της, και μερικές εκλάμψεις σε σκηνές-κλειδιά, παρουσιάζει συναισθηματοκεντρικά και συγκυριακά τους πρωταγωνιστές, αποκαλύπτοντας σταδιακά τις μεταξύ τους σχέσεις. Τα πρόσωπα εισάγονται στην πλοκή είτε καλυμμένα σε μυστύριο, είτε τυλιγμένα σε τρομακτική πνοή, για να συνθέσουν μέχρι τα μισά της ταινίας, έναν γρίφο από ερωτήματα που περιμένουν απάντηση.
Η ατμόσφαιρα μοιάζει αποπνικτική από το πρώτο κιόλας πλάνο, και διατηρεί άριστα την εντύπωση αυτή μέχρι και την τελευταία σκηνή, προσθέτοντας επιπλέον ένταση στις εγκληματικές στιγμές. Στην δραματικότητα συνεισφέρει κι η εναλλαγή της αποστασιοποίησης της κάμερας, που άλλοτε αφήνει τους πρωταγωνιστές να μοιάζουν με σκοτεινές φιγούρες, κι άλλοτε εστιάζει σε λεπτομέρειες του προσώπου ή του σώματος που κουβαλούν το μεγαλύτερο συναισθηματικό φορτίο. Οι αντιδράσεις μάλιστα των προσώπων, δένουν ευρηματικά με την τρομακτικά επιβλητική μουσική επένδυση, σε βαθμό που ορισμένες φορές το ανθρώπινο σώμα φαντάζει ένα παραπονιάρικα μελωδικό μουσικό όργανο.
Η πλοκή ξεδιπλώνεται αναδρομικά, με τα αφηγηματικά flashbacks να διαδέχονται το ένα το άλλο σε μορφή σκουριασμένων αναμνήσεων. Τα ηθογραφικά επίπεδα, μεταμορφώνονται μαζί με τους πρωταγωνιστές, και η δύναμη και η εξουσία αλλάζουν συνεχώς χέρια, σε βαθμό που οι "φονιάδες" αποκτούν πολλαπλά νοήματα στα πρόσωπα των διαφορετικών ρόλων. Για τον λόγο αύτο, μέχρι και την τελική σκηνή, οι ηθοποιοί αποκτούν νέα ιδιωματικά επίπεδα, και παρουσιάζουν στοιχεία που προκαλούν έκπληξη στις στερεότυπες αντιμετωπίσεις της στιγμής.
Ειδικά ο Burt Lancaster (στον πρώτο ουσιαστικά μεγάλο του ρόλο) και η Ava Gardner(που αποτελεί αντισυμβατική προσέγγιση στην μοιραία γυναίκα του φιλμ noir), χτίζουν ένα πολυμορφικό εύρος χαρακτήρων, και σε διαφορετικά στάδια της ταινίας, μετατρέπονται σε αυτόνομες και ασύγκριτες προσωπικότητες, που ζουν για μια σκηνή μόνο για να αντικατασταθούν στην επόμενη από κάποιο alter ego τους. Μεταξύ τους άλλωστε αποτελούν την μεγαλύτερη αντίφαση της ταινίας, με τον Swede (Lancaster) να αφήνεται αγκαλιάζοντας τις καταδίκες του, και την Kitty (Gardner) να προσπαθεί με νύχια και με δόντια να απογαντζωθεί από τις αβάσταχτες ευθύνες. Ακόμα κι έτσι όμως το μονοπώλειο της προσοχής δεν ανήκει σε κανέναν συγκεκριμένα, μιας και το πολύπλευρα ταλαντούχο καστ, γίνεται άκρως εκμεταλλεύσιμο, με την συνεχή εναλλαγή του πρωταγωνιστικού ρόλου.
ΥΓ. Ο ρόλος του Jim Reardon (Edmond O'Brien) μοιάζει κομμένος και ραμμένος για τον Bogart, αλλα κι ο O'Brien τα καταφέρνει εξίσου καλά.
ΥΓ 2. Οι επιρροές που άφησε η ταινία στο είδος της και όχι μόνο, είναι ορατές μέχρι και σήμερα (Scorsese,Coen,Tarantino, κα). Κυκλοφορεί μάλιστα ένα εκπληκτικό ερασιτεχνικό βίντεο στο YouTube με την πιθανή παρουσίαση της ταινίας από τον Ταραντίνο. Δείτε το εδώ
Η ατμόσφαιρα μοιάζει αποπνικτική από το πρώτο κιόλας πλάνο, και διατηρεί άριστα την εντύπωση αυτή μέχρι και την τελευταία σκηνή, προσθέτοντας επιπλέον ένταση στις εγκληματικές στιγμές. Στην δραματικότητα συνεισφέρει κι η εναλλαγή της αποστασιοποίησης της κάμερας, που άλλοτε αφήνει τους πρωταγωνιστές να μοιάζουν με σκοτεινές φιγούρες, κι άλλοτε εστιάζει σε λεπτομέρειες του προσώπου ή του σώματος που κουβαλούν το μεγαλύτερο συναισθηματικό φορτίο. Οι αντιδράσεις μάλιστα των προσώπων, δένουν ευρηματικά με την τρομακτικά επιβλητική μουσική επένδυση, σε βαθμό που ορισμένες φορές το ανθρώπινο σώμα φαντάζει ένα παραπονιάρικα μελωδικό μουσικό όργανο.
Η πλοκή ξεδιπλώνεται αναδρομικά, με τα αφηγηματικά flashbacks να διαδέχονται το ένα το άλλο σε μορφή σκουριασμένων αναμνήσεων. Τα ηθογραφικά επίπεδα, μεταμορφώνονται μαζί με τους πρωταγωνιστές, και η δύναμη και η εξουσία αλλάζουν συνεχώς χέρια, σε βαθμό που οι "φονιάδες" αποκτούν πολλαπλά νοήματα στα πρόσωπα των διαφορετικών ρόλων. Για τον λόγο αύτο, μέχρι και την τελική σκηνή, οι ηθοποιοί αποκτούν νέα ιδιωματικά επίπεδα, και παρουσιάζουν στοιχεία που προκαλούν έκπληξη στις στερεότυπες αντιμετωπίσεις της στιγμής.
Ειδικά ο Burt Lancaster (στον πρώτο ουσιαστικά μεγάλο του ρόλο) και η Ava Gardner(που αποτελεί αντισυμβατική προσέγγιση στην μοιραία γυναίκα του φιλμ noir), χτίζουν ένα πολυμορφικό εύρος χαρακτήρων, και σε διαφορετικά στάδια της ταινίας, μετατρέπονται σε αυτόνομες και ασύγκριτες προσωπικότητες, που ζουν για μια σκηνή μόνο για να αντικατασταθούν στην επόμενη από κάποιο alter ego τους. Μεταξύ τους άλλωστε αποτελούν την μεγαλύτερη αντίφαση της ταινίας, με τον Swede (Lancaster) να αφήνεται αγκαλιάζοντας τις καταδίκες του, και την Kitty (Gardner) να προσπαθεί με νύχια και με δόντια να απογαντζωθεί από τις αβάσταχτες ευθύνες. Ακόμα κι έτσι όμως το μονοπώλειο της προσοχής δεν ανήκει σε κανέναν συγκεκριμένα, μιας και το πολύπλευρα ταλαντούχο καστ, γίνεται άκρως εκμεταλλεύσιμο, με την συνεχή εναλλαγή του πρωταγωνιστικού ρόλου.
ΥΓ. Ο ρόλος του Jim Reardon (Edmond O'Brien) μοιάζει κομμένος και ραμμένος για τον Bogart, αλλα κι ο O'Brien τα καταφέρνει εξίσου καλά.
ΥΓ 2. Οι επιρροές που άφησε η ταινία στο είδος της και όχι μόνο, είναι ορατές μέχρι και σήμερα (Scorsese,Coen,Tarantino, κα). Κυκλοφορεί μάλιστα ένα εκπληκτικό ερασιτεχνικό βίντεο στο YouTube με την πιθανή παρουσίαση της ταινίας από τον Ταραντίνο. Δείτε το εδώ
No comments:
Post a Comment