Saturday, November 01, 2008

Blindness (2008)

Τί κι αν κράτησα τα μάτια μου κλειστά στις κριτικές που ήρθαν η μία μετά την άλλη να καταδικάσουν την τελευταία δουλειά του Meirelles; Τί κι αν δεν θέλησα να με προκαταλάβει αρνητικά η σκέψη της αμερικανικής εισβολής σε διάφορα δημιουργικά επίπεδα της ταινίας; Το καταδικαστικό κλίμα πλανιόταν στον αέρα της Αθήνας ολόκληρο το φεστιβαλικό Σεπτέμβρη. Θέλοντας να κρίνω βέβαια την ταινία ιδίοις όμασι, ξεπέρασα τις φήμες, τα 'σκασα χοντρά στον κινηματογράφο (8,50 ευρώ για μια αίθουσα με 45" οθόνη και 15 τετραγωνικά χωρητικότητα, το έχουν ξεφτιλίσει το θέμα-θα το συζητήσουμε κάποια άλλη στιγμή), τα φώτα χαμήλωσαν και "καλή προβολή".

Από την αρχή η ταινία σε κρατάει σε μια απόσταση, και σ'αυτό βοηθά η αποστειρωμένα χλωμή φωτογραφία, που έρχεται σε αντίθεση με την εκρηκτικά τροπική φωτογραφία της "Πόλης του Θεού" και της "Πόλης των ανθρώπων" (των προηγούμενων ταινιών του ιδίου), αλλά καταφέρνει να δημιουργήσει το καταλληλότερα "αρρωστημένο" κλίμα που αρμόζει στην υπόθεση της. Μπορεί εδώ το κοινό να μην βουτά εξ'αρχής στην πλοκή, αλλά η συνειδητοποίηση των όσων συμβαίνουν έρχεται δεξιοτεχνικά απότομα, και είναι αρκετή για να δημιουργήσει το πρώτο σοκ, κυρίως σε ένα υποθετικό επίπεδο. Στα μισά της ταινίας βέβαια ο εγκλεισμός των πρωταγωνιστών, και των σκηνών σε ένα απομονωμένο και παρθενικά καινούργιο κόσμο, έρχεται για να μας φέρει σε μία νέα φρικιαστική πραγματικότητα, όπου τα πάντα επαναπροσδιορίζονται, και το καλό με το κακό μπερδεύουν τις ταυτότητές τους, την ίδια στιγμή που οι ανθρώπινοι κανόνες επιβίωσης μοιάζουν βγαλμένοι από σενάρια επιστημονικής φαντασίας.

Αν κάνεις το λάθος να αντιμετωπίσεις όσα συμβαίνουν από δω κι έπειτα σαν επιστημονική φαντασία όμως, είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα καταλήξεις στην ομάδα των ανθρώπων που καταδίκασαν το Blindness, μιας και αυστηρά επιστημονικά βασίζεται σε υποθετικά σενάρια και αναπάντητα ερωτήματα που απογοητεύουν. Αν από την άλλη ακολουθήσεις μια πιο ποιητικά λογοτεχνική προσέγγιση, θα πλησιάσεις τις βαθύτερες προθέσεις της ταινίας, που οδηγούν σε σημαντικότερες και ικανοποιητικότερες συναισθηματικές και πνευματικές κορυφώσεις, με αποκορύφωμα το άκρως ποιητικό και αντικρουόμενα συναισθηματικό φινάλε.

Το σημαντικότερο δημιουργικό στοιχείο της όμως είναι πως ακόμα και να την προσεγγίσεις εντελώς ανεπηρέαστος από οποιοδήποτε λογοτεχνικό ή επιστημονικό ρεύμα, θα ξενερώσεις μεν από μερικές σκηνές που απροκάλυπτα θέλουν να σε εκμεταλλευτούν και να σε καθοδηγήσουν στα τυφλά, συναισθηματικώς, αλλά σίγουρα θα πεταχτείς από το κάθισμά σου από τον τρόμο της ανθρώπινης απελπισίας, και θα βγεις από την αίθουσα με μπόλικη "τροφή" για σκέψη. Άλλωστε τεχνικά η ταινία είναι γεμάτη από καθηλωτικές πειραματικές εναλλαγές του φωτός και του σκοταδιού, από εικόνες τόσο ρεαλιστικά σάπιες μα συγχρόνως τόσο γεμάτες από ηδονές κάθε μορφής, κι από σκηνές τόσο έξυπνα χορογραφημένες που θυμίζουν οπτικά αριστουργήματα του βουβού κινηματογράφου.



Από τον ωμό ρεαλισμό των προηγούμενων ταινιων του, ο Meirelles περνά σε έναν υπέρρεαλισμό, που ξεδιπλώνει μια βιβλικά αλληγορική και καθαρά ουμανιστική ιστορία, μέσα σε μια εγκλωβιστικά στοιχειωτική ατμόσφαιρα, που ακόμα και μέρες μετά το λυτρωτικό της τελείωμα, σε κάνει να την ονειρεύεσαι με τα μάτια κλειστά.

ΥΓ 1. Η περίπτωση του Blindness, μου θυμίζει το "Σκοτεινό Χωριό" του Shyamalan. Όποιος επηρεασμένος από τα παραπλανητικά τρέηλερ πήγε στο σινεμά με την προοπτική να δει ένα καλό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας, έφυγε άκρως απογοητευμένος. Αν όμως αντιμετώπισε την υπόθεση σαν ένα λογοτεχνικό δημιούργημα, που χτίζει εξ'αρχής μια ατόφια πραγματικότητα, η οποία συνυπάρχει κάπου ανάμεσα στη δική μας, και ακολουθούσε την συλλογιστική πορεία της σειράς των ηθικών και κοινωνικών ερωτημάτων που ανέκυπταν, και της τρομακτικής εξερεύνησης των ανθρωπίνων ορίων, σίγουρα έφυγε από τον κινηματογράφο με μία ξεχωριστή ικανοποίηση.

ΥΓ 2. 'Οσο κι αν δυσκολεύομαι να χωνέψω την Juliane Moore, αναγνωρίζω ότι έχει προσφέρει μερικές από τις πιο προκλητικά ολοκληρωμένες συναισθηματικές ερμηνείες, κι εδώ πράττει αναλόγως. Την παράσταση όμως κλέβει, για μένα, ο γαλήνια συγκλονιστικός Danny Glover.

3 comments:

Wrong Guy said...

ma pos einai dinaton na mi xoneyis tin juliane?

zamuc said...

wrong guy γράψε και εμένα στον κατόλογο. Δεν μπορώ να τη βλέπω την τύπισσα.
Στα της τυφλότητας τώρα.
1. χαίρομαι που δεν θύμισε μόνο σε εμένα Shyamalan αν και εσύ το θέτεις λίγο διαφορέτικα.
2. δεν συμφωνώ καθόλου με την ολοκληρωτική καταδίκη της ταινίας αλλα
3. όσο και αν δεχτούμε την οπτική που αναφέρεις δεν θεωρείς την ταινία κατώτερη των προσδοκιών με βάση το βιογραφικό του Meirelles; (παρεμπιπτόντως το Πόλη των ανθρώπων δεν είναι ακριβώς δικό του εκτός αν εννοείς τη σειρά)

dunno said...

@wrong guy
Την Julianne την λάτρεψα στις Ώρες και ίσως την ταύτισα λίγο παραπάνω με τον ρόλο της εκείνο απ'όσο έπρεπε και με τις επόμενες ταινίες της έπαιρνα την μια απογοήτευση μετά την άλλη. Πάντως όπως αναφέρω και στα υστερόγραφα αναγνωρίζω ότι έχει προσφέρει πολύ συγκινητικές ερμηνείες.

Ίσως είναι άδικο να τις βάζω στην ίδια κατηγορία, αλλά σε τέτοιους ρόλους (και σ'όλους τους υπόλοιπους) με τρελαίνει η Kate Winslet.


@zamuc
1. πιο πολύ τις αντιδράσεις του κόσμου στις δυο ταινίες συγκρίνω, παρά τις ίδιες τις ταινίες.νομίζω ότι κάλλιστα η σύλληψη του θα μπορούσε να κολλήσει στο είδος που έχει κάνει γνωστό τον Shyamalan, αλλά αν την γύριζε ο ίδιος είμαι σίγουρος ότι θα μιλούσαμε για μια τελείως διαφορετική εκδοχή της ταινίας.

2.χαίρομαι που αφού ανέβασα το κείμενο μου, πέτυχα μερικές καλές κριτικές της ταινίας σε μερικά blog που διαβάζω, αλλά ομολογώ ότι όλο το διάστημα που πέρασε από την έξοδο της στις αίθουσες μέχρι και τη στιγμή που την είδα, μόνο αρνητικά σχόλια συναντούσα.

3. με το κλίμα όπως το περιέγραψα, οι προσδοκίες μου ήταν ήδη πολύ χαμηλές πριν τη δω, και ίσως γι'αυτό την βρήκα μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. αλλά και γενικά όσο κι αν λατρεύω την Πόλη του Θεού, το blindess είχε την πνευματική διάσταση πέρα από την ωμή ρεαλιστική, που με συναρπάζει περισσότερο σε οποιαδήποτε ταινία.

Την πόλη των ανθρώπων την αναφέρω μόνο επειδή η ταινία είχε μεγάλες ομοιότητες με τη σειρά, και στο pre-production της βάσει μιας συνέντευξης του Morelli έπαιξε καθοριστικότατο ρόλο ο Meirelles.